Αναγνωρίστηκαν ως ιαματικές λόγω της θεραπευτικών τους ιδιοτήτων οι πηγές στα Λουτρά της Ωραίας Ελένας στην Κορινθία, στη Λυσιμάχεια Αγρινίου και στην Κύθνο.
Τρεις πηγές νερών αναγνωρίστηκαν, λόγω των θεραπευτικών ιδιοτήτων τους σε ιαματικές και αναμένεται μέσω της αξιοποίησής τους να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας, προσελκύοντας επενδύσεις στον ιαματικό τουρισμό, στην προσπάθεια του υπουργείου για ενίσχυση κάθε μορφής εναλλακτικού τουρισμού, αξιοποιώντας τον φυσικό πλούτο της χώρας και ταυτόχρονα ικανοποιώντας τα αιτήματα των τοπικών κοινωνιών, που για χρόνια – λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών – παρέμεναν ανικανοποίητα στα συρτάρια του υπουργείου.
Οι νέες αυτές ιαματικές πηγές που αναγνωρίστηκαν με απόφαση της αναπληρώτριας υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Έλενας Κουντουρά, η οποία δημοσιεύθηκε στο φύλλο 1861 τεύχος Β της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, βρίσκονται στα Λουτρά Ωραίας Ελένης στην Κορινθία, στη Λυσιμαχεία Αγρινίου και στην Κύθνο.
Δείτε τις πηγές που λουζόταν η Ωραία Ελένη
Ειδικότερα τώρα, το νερό της πηγής που αναβλύζει σε τρία σημεία στην βάση ενός βράχου, δίπλα στην θάλασσα στα Λουτρά Ωραίας Ελένης στην Κορινθία, είναι μια πηγή γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων στην περιοχή, που η ντόπιοι γνώριζαν την αξία της, αλλά δεν είχε αναγνωριστεί ως ιαματική.
Οι επισκέπτες στα Λουτρά Ωραίας Ελένης είναι ήδη πολλοί, ,στο σημείο και αναμένεται να πολλαπλασιαστούν τα επόμενα χρόνια με την αξιοποίηση των πηγών, που δήλωσε πως επιθυμεί ο Δήμος Κορινθίων, στην περιφέρεια του οποίου υπάγονται, δεδομένου ότι είναι πολύ κοντά στην Αττική και σε μια περιοχή τουριστικά διαρκώς αναπτυσσόμενη.
Ο φυσικός πόρος «νερό Λουτρών Ωραίας Ελένης», έχει θερμοκρασία 20,1ο C, η παροχή νερού των πηγών είναι 100 κυβικά ανά ώρα και ο φυσικός πόρος χαρακτηρίζεται και ταυτοποιείται ως υπερτονικό, χλωριονατριούχο, ασβεστούχο, οξυανθρακικό, στροντιούχο, βρωμιούχο, βοριούχο, αλκαλικό, υπόθερμο ιαματικό νερό.
Το νερό των πηγών της Ωραίας Ελένης μπορεί να χρησιμοποιείται για λουτροθεραπεία και ενδείκνυται για νοσήματα μυοσκελετικού και νευρικού συστήματος, για νοσήματα περιφερικού αγγειακού συστήματος, καθώς και για δερματικές και γυναικολογικές παθήσεις. Ταυτόχρονα το νερό των ιαματικών πηγών αντενδείκνυται για μεταδοτικά νοσήματα, συστηματικά και κακοήθη νοσήματα, αλλά και για ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια.
Η δεύτερη πηγή που αναγνωρίστηκε ως ιαματική, είναι ο φυσικός πόρος «πηγή Μουρστιάνου ή Σώκου» που βρίσκεται στον οικισμό Λυσιμαχείας, στην τοποθεσία Μουρστιάνου, του Δήμου Αγρινίου.
Ο φυσικός πόρος «πηγή Μουρστιάνου ή Σώκου», έχει θερμοκρασία 16,5ο C και περιέχει ραδιενεργά στοιχεία, ενώ η παροχή νερού των πηγών είναι 5 κυβικά μέτρα ανά ώρα και ο φυσικός πόρος χαρακτηρίζεται και ταυτοποιείται ως, όξυανθρακικός, ασβεστονατριούχος και υδροθειούχος.
Χρησιμοποιείται για λουτροθεραπεία, ατμόλουτρο και υδροκινησιοθεραπεία κι ενδείκνυται για ρευματικές παθήσεις, δερματικές παθήσεις, νευραλγίες και νευρίτιδες, ενώ αντενδείκνυται για καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικές αιμορραγίες ή θρομβώσεις αγγείων, καρκίνο, νευρικές και ψυχικές παθήσεις, εκχυμώσεις αιμορραγικών νόσων και εγκυμοσύνη μετά τον έκτο μήνα.
Η τρίτη ιαματική πηγή που αναγνωρίστηκε βρίσκεται στην Κύθνο και είναι ευρέως γνωστή από τον περασμένο αιώνα. Πρόκειται για το νερό πηγής Κακάβου Κύθνου, που βρίσκεται στον οικισμό Λουτρά, στην τοποθεσία Κακάβου και αναβλύζει κοντά σε λόφο.
Ο φυσικός πόρος «νερό πηγής Κακάβου Κύθνου», έχει θερμοκρασία 52,50 βαθμών C και η παροχή νερού είναι σε 13 κυβικά μέτρα ανά ώρα, ενώ χαρακτηρίζεται ως υπέρθερμο, μεταλλικό, ισχυρά χλωριονατριούχο, ασθενώς θειούχο και ανθρακούχο, υπερτονικό, ασθενώς ραδιενεργό ιαματικό νερό.
Τα ιαματικά νερά των πηγών Κακάβου χρησιμοποιούνται για λουτροθεραπεία και ενδείκνυται για νοσήματα μυοσκελετικού και νευρικού συστήματος, δερματικές και γυναικολογικές παθήσεις, ενώ αντενδείκνυται για συστηματικά, μεταδοτικά, καρδιαγγειακά νοσήματα, ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια.
ΑΠΕ-ΜΠΕ