Αυξημένα τιμολόγια ρεύματος από 5% ως 50% ανακοίνωσαν οι εταιρείες για τον Νοέμβριο, όπως προανήγγειλε η έκρηξη της κερδοσκοπίας στην ελληνική χονδρεμπορική τιμή τις ημέρες που προηγήθηκαν, κάνοντας τις τιμές στο Χρηματιστήριο Ενέργειας να ανεβοκατεβαίνουν σαν ασανσέρ λόγω της εκτίναξης της τιμής του φυσικού αερίου κατά 45% στην Ευρώπη – και χωρίς ακόμη να την έχουν καν ενσωματώσει.
Εν πάση περιπτώσει όμως, το σήμα για την αύξηση των τιμών από τη χονδρεμπορική αγορά δόθηκε, οι εταιρείες προμήθειας το παρέλαβαν, γι’ αυτό και την Παρασκευή 20 Οκτωβρίου έσπευσαν να ανακοινώσουν τις πρώτες μεγάλες αυξήσεις ύστερα από αρκετούς μήνες στα τιμολόγιά τους, της τάξης του 5% ως 50% ανάλογα με την εταιρεία, και δίνοντας τιμές από 0,10 ως 0,22 ευρώ την κιλοβατώρα. Αντίθετα, η ΔΕΗ προχώρησε σε πιο συγκρατημένη αύξηση της τάξης του 10% στο τιμολόγιο Γ1, που βρίσκεται ο μεγάλος αριθμός των νοικοκυριών, ανακοινώνοντας τιμή 0,17 ευρώ την κιλοβατώρα.
Ακολούθως το υπουργείο Ενέργειας αύξησε τις επιδοτήσεις στο ρεύμα για τον Νοέμβριο στα 2,5 λεπτά την κιλοβατώρα έναντι 1,5 λεπτού του Οκτωβρίου, που σημαίνει ότι οι τιμές που θα πληρώσουν οι καταναλωτές για το ρεύμα τον Νοέμβριο θα είναι 5% τσιμπημένες σε σχέση με τον Οκτώβριο για τη ΔΕΗ και περισσότερο για ορισμένους άλλους παρόχους. Κι αν λάβουμε υπόψη ότι βάσει των υπολογισμών του Documento οι τιμές τον Οκτώβριο ήταν κατά 26% υψηλότερες συγκριτικά με τις τιμές που είχαμε ως τον Αύγουστο του 2021, οπότε άρχισε το κερδοσκοπικό πάρτι στο ρεύμα, προκύπτει ότι τον Νοέμβριο πληρώνουμε τιμές αυξημένες 30% για τη ΔΕΗ σε σχέση με δύο χρόνια πριν και ακόμη περισσότερο για τους ιδιώτες παρόχους.
Αντίστοιχα δόθηκε το σήμα ότι με την είσοδο του χειμώνα η αγορά ενέργειας μπαίνει σε νέο ανοδικό κύκλο σε ό,τι αφορά τις τιμές τόσο του φυσικού αερίου, που από τα 36 ευρώ ανά μεγαβατώρα στις αρχές Οκτωβρίου βρέθηκαν στα 50 ευρώ μέσα σε 20 μέρες, όσο και του ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας. Αυτό που προβληματίζει κυρίως τους καταναλωτές είναι τι θα γίνει στη συνέχεια, συγκεκριμένα από τον Ιανουάριο του 2024, όταν με ανεβασμένες πια τιμές σε φυσικό αέριο και ρεύμα θα γίνει η επιστροφή της αγοράς στη λεγόμενη «κανονικότητα», δηλαδή στο πρότερο καθεστώς της ρήτρας αναπροσαρμογής, που θα λέγεται «μέσος όρος της χονδρεμπορικής τιμής», ενώ δεν θα υπάρχουν πια κρατικές επιδοτήσεις παρά μόνο για τα κοινωνικά τιμολόγια.
Οι αποφάσεις στην Ευρώπη
Το θετικό σε σχέση με πέρσι είναι ότι υπάρχει η συσσωρευμένη εμπειρία της κρίσης με αποτέλεσμα να γίνονται κινήσεις οι οποίες χωρίς να θίγουν τους χρηματιστηριακούς μηχανισμούς που βρίσκονται στην καρδιά του ευρωπαϊκού ενεργειακού μοντέλου και οδηγούν στη σκανδαλώδη άνοδο των τιμών του ρεύματος, επιχειρούν τουλάχιστον να τους βάλουν φρένο.
Στην Ευρώπη η υποτιθέμενη μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν αγγίζει την ουσία του προβλήματος επειδή δεν θέλουν οι Γερμανοί, αλλά βλέποντας τις τιμές να ανεβαίνουν η Κομισιόν έβαλε στο τραπέζι μια παράταση του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου που υιοθετήθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο. Το μέτρο δεν είναι σπουδαίο καθώς το πλαφόν έχει τοποθετηθεί υπερβολικά ψηλά στα 180 ευρώ η μεγαβατώρα, αλλά πέρσι λειτούργησε αποτελεσματικά, περιόρισε δηλαδή τη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία και έριξε πολύ χαμηλά τις τιμές του φυσικού αερίου, οπότε ελπίζεται το ίδιο να κάνει και φέτος.
Το μείζον θέμα με τους απλήρωτους λογαριασμούς
Στην Ελλάδα πάλι προκαλείται τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα με τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος καθώς η χώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ιστοσελίδας ember-climate. org, παραμένει και το 2023, τουλάχιστον τους πρώτους εννέα μήνες, στην τριάδα των χωρών με το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη, με μέση χονδρεμπορική τιμή 123,56 ευρώ ανά μεγαβατώρα, πίσω από την Ιταλία (128,60 ευρώ) και την Ιρλανδία (127,16 ευρώ στο οκτάμηνο), ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα των πολιτών της σε όρους αγοραστικής δύναμης βρίσκεται στον πάτο της ΕΕ των 27 και το 2022 ήταν στο 68% του μέσου κοινοτικού, πάνω μόνο από της Βουλγαρίας και της Σλοβακίας. Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι πολύ υψηλές συγκριτικά με τα εισοδήματα των Ελλήνων – και δυσκολεύονται να τις πληρώσουν, εξού και το μείζον πρόβλημα των απλήρωτων λογαριασμών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο ρεύμα που ανακοινώθηκαν πρώτη φορά την περασμένη εβδομάδα από την Ειρήνη Ιακωβίδου, επικεφαλής της διεύθυνσης της ΡΑΑΕΥ με αρμοδιότητα την προστασία των καταναλωτών, στην Ελλάδα έχουν φτάσει τα 2,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,055 εκατ. αφορά οφειλές νοικοκυριών, 950 εκατ. αφορούν ληξιπρόθεσμες οφειλές μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, 206 εκατ. αφορούν οφειλές μεγαλύτερων επιχειρήσεων που λαμβάνουν ρεύμα από τη μέση τάση και 523 εκατ. ευρώ αφορούν οφειλές της βαριάς βιομηχανίας που παίρνει ρεύμα από την υψηλή τάση.
Τα νούμερα αυτά σημαίνουν ότι το 20,83% των πελατών της ΔΕH στη χαμηλή τάση (νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις), δηλαδή 1.164.369 καταναλωτές, χρωστάει έναν ή περισσότερους λογαριασμούς. Αντίστοιχα, το 23,66% των πελατών των ιδιωτικών παρόχων που λαμβάνει ρεύμα από τη χαμηλή τάση, δηλαδή 445.522 πελάτες, νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις, χρωστάει έναν ή περισσότερους λογαριασμούς.
Οταν όμως ένας στους πέντε πελάτες χρωστάει το ρεύμα και υπάρχουν συσσωρευμένες οφειλές 2,8 δισ. ευρώ, είναι ζωτικής σημασίας να μην εκτοξευτούν ξανά οι λογαριασμοί τον ερχόμενο χειμώνα. Δουλειά της κυβέρνησης είναι να το διασφαλίσει κι ας είναι η νεοφιλελεύθερη της ΝΔ, κι ας αρέσκεται να βλέπει πίσω από την οικονομία «στρατηγικούς κακοπληρωτές», γιατί πολύ απλά θα πληρώσει το πολιτικό κόστος.
Βάσει των προτάσεων της ΡΑΑΕΥ η επιστροφή στην «κανονικότητα» τον Ιανουάριο θα γίνει με τις εταιρείες να προσφέρουν στους καταναλωτές δύο κατηγορίες τιμολογίων: τα σταθερά που θα έχουν μπλε χρώμα και τα κυμαινόμενα που θα έχουν πράσινο χρώμα. Τα πρώτα θα δίνουν σταθερή τιμή χρέωσης για ορισμένο χρονικό διάστημα, η οποία θα προστατεύει μεν τους καταναλωτές από τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής τιμής αλλά επειδή θα καλύπτει και τα ρίσκα της εταιρείας θα είναι υψηλή και ενδεχομένως ασύμφορη. Τα κυμαινόμενα τιμολόγια θα δίνουν ό,τι λέει η λέξη: διαφορετική τιμή χρέωσης για το ηλεκτρικό ρεύμα κάθε μήνα, που θα κυμαίνεται ανάλογα με τη χονδρεμπορική τιμή.
Τα κυμαινόμενα τιμολόγια θα είναι κι αυτά δύο τύπων. Αφενός εκείνα που θα ανακοινώνουν εκ των προτέρων την τιμή του ρεύματος που θα ισχύσει για τον επόμενο μήνα, όπως γινόταν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ανάλογα με τις εκτιμήσεις του προμηθευτή. Η τιμή όμως αυτή θα ανεβαίνει περαιτέρω καθώς θα ενσωματώνει ένα ασφάλιστρο που θα προστατεύει την κάθε εταιρεία από τυχόν αυξήσεις της χονδρεμπορικής τιμής που δεν προέβλεψε – όπως γινόταν επίσης τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Αφετέρου εκείνα των οποίων η τιμή θα ανακοινώνεται εκ των υστέρων στο τέλος του κάθε μήνα, επιτρέποντας στην κάθε εταιρεία να μεταβιβάζει στους πελάτες της ολόκληρο το κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς, όπως γινόταν ως τον Ιούνιο του 2022, όταν υπήρχε στους λογαριασμούς η ρήτρα αναπροσαρμογής.
Στους προμηθευτές το μαχαίρι και το πεπόνι
Είναι προφανές ότι σε όλους τους τύπους τιμολογίων το μαχαίρι και το πεπόνι κρατούν οι εταιρείες, καθώς μπορούν να αυξήσουν όσο θέλουν τις τιμές του ρεύματος, είτε ορίζοντας πολύ υψηλές τιμές για τα σταθερά τιμολόγια είτε μετακυλίοντας το σύνολο του κόστους της χονδρεμπορικής αγοράς στους καταναλωτές είτε επιβάλλοντας υψηλό ασφάλιστρο για να διασφαλίζουν τα κέρδη τους στη τη μία ή την άλλη κατηγορία κυμαινόμενων τιμολογίων αντίστοιχα. Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο θα είχε νόημα, έστω με όρους ελεύθερης αγοράς, να έχουν οι καταναλωτές τη δυνατότητα να κάνουν συγκρίσεις για να βρίσκουν τον φτηνότερο προμηθευτή, αλλά αυτό είναι πρακτικά αδύνατο επειδή οι εταιρείες φτιάχνουν όλο και πιο πολύπλοκα προγράμματα και τιμολόγια (με έκπτωση τιμής π.χ. για συνέπεια στις πληρωμές αλλά μετά τον τέταρτο ή έκτο μήνα…) ή τα αλλάζουν, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κοινή βάση για συγκρίσεις. Οπότε εδώ έρχεται το υπουργείο Ενέργειας και θεσπίζει ειδικό κυμαινόμενο τιμολόγιο, πλήρως τυποποιημένο και υποχρεωτικό για όλους τους προμηθευτές. Το τιμολόγιο αυτό, ύστερα από διαδοχικές αναβολές και πολύ παρασκήνιο, θα έρθει στη Βουλή προς ψήφιση την επόμενη εβδομάδα και έχει βγάλει τις ιδιωτικές εταιρείες στα κάγκελα, κατηγορώντας τον… νεοφιλελεύθερο Θόδωρο Σκυλακάκη για παραβίαση των αρχών της ελεύθερης αγοράς. Του προσάπτουν μάλιστα ότι επειδή το 90% των καταναλωτών λογικά θα επιλέξει να πάει σε αυτό το τιμολόγιο από τον Ιανουάριο, μέχρι να ξεκαθαρίσει η εικόνα με τις τιμές στην αγορά ασκεί κρατική παρέμβαση και τις εμποδίζει να ασκήσουν ενεργητική εμπορική πολιτική, άρα ενεργεί προς όφελος της ΔΕΗ. Ο ίδιος ο Θόδ. Σκυλακάκης απαντά ότι η θέσπιση ενιαίας φόρμουλας αποσκοπεί στο να δώσει τη δυνατότητα τους καταναλωτές να κάνουν συγκρίσεις και να δουλέψει ο ανταγωνισμός, ώστε να συγκρατηθούν σε λογικά επίπεδα οι τιμές στο ρεύμα. Η σύγκρουση έχει προσλάβει μεγάλες διαστάσεις και από τη ρύθμιση που θα φέρει το ΥΠΕΝ στη Βουλή –αν είναι έτσι όπως τη λέει– θα κριθεί τελικά πόσο ψηλά θα ανέβουν οι τιμές τον χειμώνα στο ρεύμα.
.documentonews.gr