Ελιές, σταφίδες, βερίκοκο, κρασί και λεμόνια είναι μερικά από τα προϊόντα που ευδοκιμούν στην κορινθιακή γη. Χιλιάδες παραγωγοί απασχολούνται για την καλλιέργειά τους και συνεργάζονται με τους τοπικούς αγροτικούς συνεταιρισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, η «ΥΧ» στην τρίτη, κατά σειρά, αποστολή της, επισκέφτηκε την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Κορίνθου, την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Κιάτου, το ελαιοτριβείο των Αγίων Θεοδώρων και το οινοποιείο Λαυκιώτη στις αρχαίες Κλεωνές Νεμέας.
Στην Κορινθία, το παραγόμενο προϊόν, το ελαιόλαδο, κινείται από 5.000 έως 17.000 τόνους. «Το λάδι είναι σαν το κρασί», μας εξηγούν, και γι’ αυτό κάθε ποικιλία έχει τον δικό της χαρακτήρα ως προς το χρώμα, τα αρώματα και τις γεύσεις. Πάνω απ’ όλα, όμως, το ελαιόλαδο είναι 100% έξτρα παρθένο και ποιοτικά ελεγμένο.
Παρόλο που η περιοχή δεν είχε τις ζητούμενες βροχοπτώσεις τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβρη, προκειμένου να βοηθηθούν οι ελιές ώστε να αναπτυχθούν, η χρονιά, όπως μας λένε, γενικά πήγε καλά. Η συγκομιδή ξεκίνησε το πρώτο δεκαήμερο του Οκτώβρη και θα ολοκληρωθεί στα μέσα Γενάρη, εκτός από τις νέες φυτεύσεις της ποικιλίας του «κορωναίικου», οι οποίες θα πάνε λίγο πιο πίσω. Αν και η περσινή παραγωγή (2014-2015) ήταν μικρή, οι τιμές, σύμφωνα με τους υπευθύνους, εξελίχθηκαν ανοδικά, ενώ το καλοκαίρι εκτοξεύτηκαν και ξεπέρασαν τα 4 ευρώ.
Η «ΥΧ» είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει από κοντά και τον τρόπο με τον οποίο γίνεται το μάζεμα της ελιάς στο χωράφι, τη διαδικασία που ακολουθείται στο ελαιοτριβείο, αλλά και το τελικό στάδιο της τυποποίησης στο εργοστάσιο.
Από την άλλη πλευρά, η τιμή της σταφίδας, ανάλογα με την ποικιλία, κυμάνθηκε σε διάφορα επίπεδα. Όπως μας είπαν χαρακτηριστικά, τα τελευταία τρία χρόνια «η μαύρη σταφίδα βιώνει τις χειρότερες στιγμές της», καθώς είχε μια πτώση από το 1,45 ευρώ στα 0,60 και 0,70 ευρώ, ενώ αρχίζει να ανεβαίνει, αισιοδοξώντας ότι θα φτάσει γύρω στο 1 ευρώ. Ικανοποιητική χαρακτηρίζεται η τιμή και για τη σουλτανίνα, τη λευκή, την επιτραπέζια.
Μπορεί η κορινθιακή γη να αποτελεί έναν από τους ευλογημένους τόπους της χώρας, η τύχη όμως δεν ευνόησε όλους τους παραγωγούς το ίδιο. Τον Ιούνη, η περιοχή «χτυπήθηκε» από χαλάζι, που, όπως μας είπαν, «δεν είχε προηγούμενο», καθώς έπληξε περίπου 10.000 στρέμματα βερίκοκου, αμπελοειδή, ελιές, σουλτανίνες, σταφίδες και λεμόνια. Τις καταστροφικές συνέπειες, όμως, τις βίωσε το βερίκοκο, το οποίο ήταν πάνω στη συγκομιδή του. Μάλιστα, υπήρξαν περιπτώσεις παραγωγών που οι απώλειές τους έφτασαν και το 70%. Από την άλλη μεριά, το λεμόνι, που «μεγάλωσε οικογένειες και σπούδασε παιδιά» της περιοχής, είναι σχεδόν υπό εξαφάνιση.
ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ
Λάδι εξαιρετικά παρθένο και… εξαγώγιμο
Μία από τις πρώτες συνεταιριστικές οργανώσεις στην Ελλάδα, η οποία λειτουργεί από το 1919, είναι η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Κορινθίας, στην ανατολική Κορινθία, με 6.500 μέλη. Εκτός από την εμπορία γεωργικών εφοδίων, διαθέτει μία μονάδα με ζωοτροφές, ενώ η κύρια μεταποιητική δραστηριότητα είναι το ελαιόλαδο.
Παράλληλα, η ΕΑΣ παρακολουθεί, συμβουλεύει και καθοδηγεί σε όλα τα στάδια της καλλιέργειας 680 ελαιοκαλλιεργητές, ώστε το παραγόμενο προϊόν να είναι σύμφωνο με τις προδιαγραφές της εταιρείας, αλλά και το τελικό προϊόν να έχει προστιθέμενη αξία. Είναι χαρακτηριστικό ότι από μια χούφτα ελιές μπορεί να ενημερώσει τον παραγωγό και να τον κατευθύνει, αν είναι καιρός για να ξεκινήσει η συγκομιδή. Στόχος της εταιρείας είναι να δίνει ως κίνητρο μια τιμή προσαυξημένη στους παραγωγούς, που συνεργάζονται και γνωρίζουν την ποιότητά τους, «ώστε να είμαστε και εμείς και αυτοί ικανοποιημένοι. Παραλαμβάνουμε μόνο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο», εξηγεί ο υπεύθυνος πωλήσεων και εξαγωγών, Δημήτρης Μπάκουλης.
Στην περιοχή υπάρχει μια ποικιλία ελιάς που λέγεται μανάκι, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της οποίας είναι ότι το λάδι της είναι γλυκό και δεν σε «καίει» στον λαιμό. Αυτή την ιδιαιτερότητα προβάλλει η εταιρεία, μια ιδιαίτερη γευστική πρόταση, τυποποιώντας τη με το μπραντ «Κορινθία Χώρα», 100% από μανάκι. Το μπραντ «Λαΐς» είναι μια επιλογή από κορωναίικη και μανάκι, που συμπληρώνει την παλέτα των γεύσεων.
Η εταιρεία, σχεδόν 30 χρόνια, παρουσιάζει κέρδη και συνεχίζει να αναπτύσσεται, παρά τις δυσκολίες των τελευταίων έξι χρόνων της κρίσης. Αυτό οφείλεται, όπως μας εξηγεί ο Κωνσταντίνος Μικρός, γενικός διευθυντής της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Κορινθίας, στο ότι «θέλουμε τα εισοδήματά μας να προέρχονται από πολλές πηγές. Αυτό κάνει την ανάπτυξη πιο αργή, αλλά σταθερή και ισχυρή. Από τις γενικές πωλήσεις και τις πωλήσεις ελαιολάδου, αλλά και από τις παροχές υπηρεσιών, έχουμε ισόποση συμμετοχή στον τζίρο». Παράλληλα, σημειώνει ότι «δεν έχουμε μεγάλο κόστος λειτουργίας, γιατί έχουμε ακριβώς το προσωπικό που χρειαζόμαστε. Στόχος μας είναι να ενισχύσουμε την τοπική κοινωνία με νέες προσλήψεις, αλλά δυσκολευόμαστε με την παρούσα οικονομική κατάσταση».
Ως κίνηση γνωριμίας με τους πελάτες τους, τα φετινά Χριστούγεννα η εταιρεία ετοίμασε δύο νέα προϊόντα, την πάστα ελιάς και την τυποποίηση βρώσιμης ελιάς. «Ξεκινήσαμε την όλη διαδικασία αλλού (φασόν), πράγμα που μας επιβαρύνει με κάποιο κόστος, μειώνοντας το κέρδος μας, αλλά οι εποχές δεν είναι να επενδύεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και εγκαταστάσεις», αναφέρει ο Κ. Μικρός, επισημαίνοντας ότι «παλιά έπρεπε να ήσουν πολύ καλός σε ένα είδος. Οι εποχές άλλαξαν. Πρέπει να έχεις γκάμα, γιατί αν δεν καλύψεις μια ανάγκη του καταναλωτή, θα την καλύψει κάποιος άλλος».
«Αυτήν τη στιγμή περνάμε επιθεώρηση από την ISF και είμαστε πιστοποιημένοι από την TUV Austria για την ποιότητα των προϊόντων μας και την παροχή υπηρεσιών. Έτσι, όταν απευθυνόμαστε στο εξωτερικό, έχουμε άλλο πρόσωπο», τονίζει.
Τυποποιημένο ελαιόλαδο στην Ιταλία
Η βαρύτητα, που δίνει η εταιρεία και έχει δρομολογηθεί τα τελευταία χρόνια, είναι το εξωτερικό. Άλλωστε, πάνω από το 50% του παραγόμενου προϊόντος εξάγεται. «Η διαφορά που έχουμε εμείς είναι στην ποιότητα. Μετά από τόσα χρόνια παρουσίας στο εξωτερικό μάς γνωρίζουν, ξέρουν τι προσφέρουμε, μας έχουν αξιολογήσει ως επαγγελματία», μας λέει ο Δ. Μπάκουλης, αναφέροντας ότι στην Ιταλία, μία από τις εξαγωγικές χώρες, «εξάγουμε μόνο τυποποιημένο λάδι. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτό, γιατί συνήθως στην Ιταλία διακινείται χύμα λάδι».
«Κάνουμε προσπάθειες σε όλα τα μέτωπα», υπογραμμίζει ο Δ. Μπάκουλης. Εξαγωγές γίνονται, επίσης, σε Γερμανία, Ρουμανία, Σλοβακία, Καζακστάν, Μεξικό, Καναδά, όπου οι συζητήσεις είναι σε εξέλιξη, προκειμένου να ευοδωθεί μια καινούργια συνεργασία. Αυτή η χρονιά είναι κομβική, γιατί γίνονται συζητήσεις για νέες συνεργασίες με Ρωσία και Κίνα, ενώ ήδη έχουν δειγματίσει σε Ινδία.
Το οξυγόνο «εχθρός» του λαδιού
«Ο χειρότερος εχθρός του λαδιού είναι το οξυγόνο», μας λέει ο Δ. Μπάκουλης, ο οποίος μας ξενάγησε στις εγκαταστάσεις του εργοστασίου, την ώρα που γινόταν η τυποποίηση του 5λιτρου τενεκέ. Το τυποιητήριο λειτουργεί τα τελευταία επτά χρόνια και πληροί όλες τις τεχνολογικές προδιαγραφές. Είναι εφικτό να γνωρίζουν ποιος παραγωγός έχει βάλει λάδι σε κάθε δεξαμενή, τι ποσότητα, τα χαρακτηριστικά του, τι χημικά και γενικά όλες οι πληροφορίες που χρειάζονται.
Οι δεξαμενές πρώτης ύλης, ανοξείδωτες με κλειστά κυκλώματα, προστατεύουν το λάδι από το οξυγόνο. Οι θερμαινόμενες δεξαμενές το διατηρούν στους 18 βαθμούς, για να μπορέσει να φιλτραριστεί σωστά. Στη συνέχεια, τα φίλτρα καθαρισμού του λαδιού βοηθούν να διατηρηθεί η υγρασία του και να αποβληθεί κάθε ξένη ουσία, ενώ στον χώρο ποιοτικού ελέγχου γίνονται οι εξετάσεις για να πιστοποιηθεί ότι έχει τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Στις γραμμές παραγωγής, από τη μία τυποποιείται το λάδι σε τενεκέδες ενός και πέντε λίτρων και στην άλλη μηχανή φτιάχνονται 3.200 μπουκάλια την ώρα. Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν στοκάρεται προϊόν σε αποθήκες. Όμως, όπως μας είπε ο Δ. Μπάκουλης, «έχουμε γρήγορες μηχανές, φρεσκοτυποποιούμε και το στέλνουμε».
Ενός έτους το ελαιοτριβείο Αγίων Θεοδώρων
Το ελαιοτριβείο των Αγίων Θεοδώρων έχει μόλις έναν χρόνο ζωής. Είναι τελευταίας τεχνολογίας και, ήδη, έχει τη φήμη ότι παράγει εξαιρετική ποιότητα λαδιού, πράγμα που πιστοποιείται και από πρόσφατες χημικές αναλύσεις που έγιναν.
Η δημιουργία του οφείλεται, όπως μας λέει ο Σωτήρης Λημνιώτης, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγίων Θεοδώρων, στην ΕΑΣ Κορίνθου και η περιοχή απέκτησε ελαιοτριβείο μετά από 30 χρόνια. Οι περισσότεροι παραγωγοί των Αγίων Θεοδώρων, αλλά και από Σαλαμίνα, Μέγαρα και Κιάτο προτιμούν το «ελαιοτριβείο μας γιατί γνωρίζουν την ποιότητα του τελικού προϊόντος μας. Αν και είναι μικρής δυναμικότητας, καλύπτει τις ανάγκες, μια και η περιοχή έχει περιορισμένο ελαιώνα. Παράγουμε 750 κιλά την ώρα, στοχεύοντας πάντα στο ποιοτικό και όχι στο ποσοτικό ελαιόλαδο», μας λέει.
Το ελαιοτριβείο, όπως μας εξηγεί, είναι διφασικό, δηλαδή χρησιμοποιεί τη μέθοδο ψυχρής έκθλιψης, δεν ζεσταίνεται, γιατί έτσι χάνει την ποιότητά του, ενώ βάσει χημικών αναλύσεων αποδείχθηκε ότι, με αυτόν τον τρόπο, βγαίνει ποιοτικά καλύτερο ελαιόλαδο.
ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΚΙΑΤΟΥ
Δυσκολεύει η κατάσταση για τους σταφιδοπαραγωγούς
«Δεν μιλάμε για πτώση, αλλά για κατρακύλα». Με την αφοπλιστική αυτή φράση, ο πρόεδρος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ) Κιάτου ΑΕΣ ΑΕ, Κώστας Παπαβασιλείου, μας… βάζει στο πρόβλημα της τιμής που αντιμετωπίζει τα τελευταία τρία χρόνια η μαύρη κορινθιακή σταφίδα στο Κιάτο και στην ευρύτερη περιοχή.
Αν και σήμερα περίπου 5.000 παραγωγοί (κυρίως σταφίδας) βιώνουν μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, ο Κ. Παπαβασιλείου μας μίλησε και για τις καλές εποχές του άλλοτε μαύρου χρυσού: «Ένα διάστημα κάναμε εξαγωγές σουλτανίνας και μαύρης κορινθιακής σε Σκανδιναβία και Αγγλία, με την τιμή να φτάνει έως και 1,45 ευρώ το κιλό. Τώρα, μετά βίας προσπαθούμε να τη φτάσουμε στα 70 λεπτά το κιλό». Η συνεργασία με την Παναιγιάλειο Ένωση αποτελεί λύση για τον συνεταιρισμό, καθώς είναι ο κύριος εξαγωγικός φορέας της συνολικής ποσότητας, που συγκεντρώνεται στην ΕΑΣ Κιάτου.
Οι βασικές δραστηριότητες της Ένωσης, σήμερα, αφορούν «εφόδια, φυτοφάρμακα, λιπάσματα, σπόρους, ζωοτροφές και παροχή υπηρεσιών» ενημερώνει ο Κώστας Παπαβασιλείου, κατά την άποψη του οποίου «σημαντικό βήμα για τη μελλοντική ανάπτυξη της Ένωσης αποτελούν οι υπάρχουσες ομάδες παραγωγών (οπωροκηπευτικών, ελαιολάδου, βερίκοκου, κορινθιακής σταφίδας) και η δημιουργία δύο νέων (φάβα – φασόλια Φενεού Στυμφαλίας και σουλτανίνας επιτραπέζιας)».
Kανόνια-φέσια, που κατά καιρούς έχουν βάλει στους παραγωγούς συγκεκριμένοι εξαγωγείς και έμποροι, τους έχουν γονατίσει
Οι τιμές και οι δύσκολες καιρικές συνθήκες, που έπληξαν φέτος τον Ιούνη την περιοχή και τις καλλιέργειες, δεν είναι τα μοναδικά προβλήματα των παραγωγών του Κιάτου. Ο πρόεδρος της Ένωσης κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα λεγόμενα «κανόνια-φέσια», που κατά καιρούς έχουν βάλει στους παραγωγούς συγκεκριμένοι εξαγωγείς και έμποροι, γονατίζοντάς τους: «Η Κορινθία έχει υποστεί μεγάλες καταστροφές από αυτή την ‘‘ασθένεια’’. Υπήρχαν χρονιές που, ειδικά όσον αφορά τη σουλτανίνα και το βερίκοκο, πολλοί παραγωγοί έμειναν απλήρωτοι από εξαγωγείς που… παρέλασαν από εδώ».
Ταυτόχρονα, κάνει ιδιαίτερο λόγο για τη σχέση εμπιστοσύνης, που πρέπει να οικοδομηθεί: «Οι συνεταιρισμοί, με τη βοήθεια του κράτους, πρέπει να αποκτήσουν υποδομή ώστε το προϊόν, το οποίο θα παίρνουμε από τον παραγωγό, να το αξιοποιούμε κατάλληλα, να μεταποιείται και μέσω του μάρκετινγκ να φτάνει εκεί που πρέπει να φτάσει. Στα χρόνια που πέρασαν εκτιμήσαμε ότι οι συνεταιρισμοί είναι ένα κρατικοδίαιτο αντικείμενο, το οποίο παίρνει χρήματα από την εκάστοτε κυβέρνηση, έχει πελατειακές σχέσεις. Αυτό μας κατέστρεψε. Αυτή η σχέση πρέπει να τελειώσει. Ο συνεταιρισμός πρέπει να είναι συνδυασμένος με το επιχειρείν. Πρόκειται για μια μικρή επιχείρηση που βοηθάει τους παραγωγούς. Δεν μπορούμε πια να ζούμε μόνο με επιδοτήσεις. Πρέπει να αποκτήσουμε εισόδημα».
Παραγωγοί σε απόγνωση
Το βερίκοκο Μπεμπέκου και το λεμόνι –τελευταίος εκπρόσωπος των εσπεριδοειδών της περιοχής– αποτελούν επί δεκαετίες δύο από τα κυριότερα και πιο αναγνωρίσιμα κορινθιακά προϊόντα. Ειδικότερα, στην περιοχή της Σικυωνίας οι δύο αυτές καλλιέργειες έχουν μεγαλώσει γενιές παραγωγών, έχοντας ταξιδέψει στις περισσότερες αγορές του κόσμου.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, η καλλιεργητική τους πορεία φθίνει με ανησυχητικούς ρυθμούς, ενώ η φετινή χρονιά είναι η χειρότερη των τελευταίων ετών και για τα δύο είδη. Με χαλαζοπτώσεις στην περίοδο ανθοφορίας και συγκομιδής, αλλά και χαμηλές τιμές, οι παραγωγοί βρίσκονται σε απόγνωση, καθώς όπως αναφέρουν «δεν συμφέρει πια κανέναν να καλλιεργήσει και να πουλήσει».
Όπως μας ενημέρωσε ο Χρήστος Γεώργας, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κιάτου – Τραγάνας και της Ομάδας Παραγωγών βερίκοκου και μαύρης κορινθιακής σταφίδας, «το χαλάζι που χτύπησε όλη την περιοχή είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της παραγωγής βερίκοκου κατά 70% σε σχέση με πέρσι».
Με χαρακτηριστική μυρωδιά, όπως και ιστορία, το λεμόνι της Κορινθίας χάνεται και αντικαθίσταται σταδιακά με «αμφίβολης ποιότητας λεμόνια από Τουρκία, που βαφτίζονται ελληνικά», αναφέρει ο Χ. Γεώργας. Μάλιστα, όπως ο ίδιος προσθέτει, η τιμή του έφτασε μόλις τα 25 λεπτά το κιλό, όταν «μόνο το κόστος της συγκομιδής φθάνει τα 10 λεπτά/κιλό. Αυτό σημαίνει ότι στον παραγωγό μένουν 15 λεπτά για λίπασμα, πότισμα και κάλυψη των εξόδων του».
«Μπορεί η τιμή –50 λεπτά το κιλό– να ήταν λίγο αυξημένη φέτος, αλλά χάσαμε το 90% της παραγωγής μας λόγω των κακών καιρικών συνθηκών», συμπληρώνει ο Παναγιώτης Τσακανίκας, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μουλκίου – Κορινθίας, ενώ οι αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ, όπως όλα δείχνουν, θα δοθούν μέχρι το τέλος Απρίλιου.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΛΑΥΚΙΩΤΗ
Από τις αρχαίες Κλεωνές, σε όλο τον κόσμο
Κρατώντας κυρίως εξαγωγικό προσανατολισμό, το οινοποιείο Λαυκιώτη αποτελεί μία κερδοφόρα οικογενειακή επιχείρηση, η οποία βρίσκεται στις αρχαίες Κλεωνές στη Νεμέα. Αποτελεί ένα από τα 35 οινοποιεία που βρίσκονται στην περιοχή της Νεμέας, που την περίοδο της κρίσης αυξήθηκε η παραγωγή, επειδή επικεντρώθηκαν ακόμη περισσότερο στις αγορές του εξωτερικού, αυξάνοντας τις πωλήσεις τους.
Στην αίθουσα γευσιγνωσίας του οινοποιείου, μας υποδέχθηκε η μία εκ των ιδιοκτητών, η Ιωάννα Λαυκιώτη. Οι σημερινοί ιδιοκτήτες είναι η τρίτη γενιά. Η επιχείρηση ξεκίνησε το 1963, ενώ το 1980 ήταν η χρονιά που έγινε η πρώτη εξαγωγή. Σήμερα, οι εξαγωγές φτάνουν τις 850.000 φιάλες τον χρόνο (το 90% της παραγωγής) σε 12 χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική, στην Αυστραλία και στον Καναδά. Το οινοποιείο συνεργάζεται με περισσότερους από 100 παραγωγούς, ενώ η συνεργασία με κάποιους από αυτούς είναι πάνω από 40 χρόνια. Η τιμή που δόθηκε στους παραγωγούς κυμάνθηκε περίπου στα ίδια επίπεδα με πέρσι: περίπου 0,35 ευρώ το Αγιωργίτικο, 0,40 ευρώ για κάποια αμπελοτόπια που είναι για παλαίωση και 0,27 ευρώ το λευκό. Όπως μας εξηγεί η Ιωάννα Λαυκιώτη, αν και η παραγωγή ήταν φέτος μειωμένη σε κάποιες περιοχές από 30% έως 50% λόγω περονόσπορου και χαλαζιού «το σταφύλι μάς έχει εκπλήξει. Μπορεί η παραγωγή να ήταν μειωμένη, αλλά η ποιότητα του σταφυλιού ήταν πολύ καλή. Κάποια αμπελοτόπια, μάλιστα, που τα είχαν προσέξει ιδιαίτερα, ήταν εξαιρετικά».
Οι εξαγωγές φτάνουν τις 850.000 φιάλες τον χρόνο σε 12 χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική, στην Αυστραλία και στον Καναδά
Η Νεμέα έχει υψόμετρο από 200 έως 850 μέτρα. Σε κάθε υψόμετρο υπάρχει διαφορετικό στιλ κρασιού. Είναι μια πολυδυναμική ποικιλία και δίνει κρασιά ερυθρά, παλαιωμένα και ροζέ ημίγλυκα, ανάλογα με το υψόμετρο. Οι τέσσερις ποικιλίες-πρεσβευτές είναι η Νεμέα, το Ξινόμαυρο, το Μοσχοφίλερο και το Ασύρτικο. «Πρόκειται για μια περιοχή στην οποία κυριαρχεί η λέξη Νεμέα και όχι το Αγιωργίτικο, διότι Αγιωργίτικο μπορεί να φυτευτεί οπουδήποτε. Όταν λέμε Νεμέα, εννοούμε ποικιλία Αγιωργίτικο, που είναι κόκκινη ποικιλία. Όμως, η περιοχή Νεμέα οροθετείται από 16 κοινότητες και δεν μπορεί κανένας άλλος να ονομάσει το κρασί του Νεμέα», μας λέει η Ιωάννα Λαυκιώτη.
Το μικροκλίμα, επίσης, της περιοχής έχει κάποια χαρακτηριστικά που κάνουν το κρασί ιδιαίτερο. Η ποικιλία που μπορεί να δώσει διάφορα στιλ κρασιών είναι ευέλικτη. Σύμφωνα με την Ιωάννα Λαυκιώτη, στο εξωτερικό «αναγνωρίζουν πια την ποικιλία Νεμέα. Αν η περιοχή κάνει συντονισμένες κινήσεις, καθώς και ένα σωστό μάρκετινγκ, τότε έχουμε να κερδίσουμε πολλά. Τώρα σε μία από τις μεγαλύτερες εκθέσεις, που πραγματοποιείται στη Γερμανία, τα οινοποιεία πηγαίνουν μαζί. Έτσι μειώνεται το κόστος, αλλά διαφημίζεται και η περιοχή», σημειώνει.
Των Ανθής Γεωργίου και Κυριάκου Λάμπρου